Άδης

Η λέξη σημαίνει και το θεό του Κάτω Κόσμου, τον Πλούτωνα, που ήταν γιός του Κρόνου και της Ρέας, αλλά και την κατοικία των νεκρών.
Κατά την ελληνική μυθολογία  ο Άδης βρίσκεται κάτω απ'την γη. Είναι χώρος σκοτεινός, μουχλιασμένος, που τρομάζει τους θνητούς και τους θεούς. Τοποθετούσαν τον Άδη στην Αχερουσία, λίμνη της Ηπείρου. Εκεί είναι οι πύλες του. Μέσα στον Άδη ρέουν τέσσερις ποταμοί: ο Αχέροντας, ο Πυριφλεγέθοντας, η Στύγα και ο Κωκυτός. Αυτοί τον χωρίζουν απ'τον επάνω κόσμο. Τις πύλες του Άδη τις φύλαγε ο ψυχοπομπός Ερμής. Εκεί τις παραλαμβάνει ο Χάροντας και τις περνάει απ'τα ποτάμια με με μια βάρκα. Για τη μεταφορά τους πληρώνουν και ναύλο, έναν οβολό.
Τέσσερα είναι τα διαμερίσματα του Άδη: το Δικαστήριο, το Καθαρτήριο, τα Ηλύσια Πεδία και ο Τάρταρος. Στο Δικαστήριο έμενε ο Πλούτωνας, οι Μοίρες και οι άλλοι θεοί του Κάτω Κόσμου. Στο Καθαρτήριο έμεναν οι ψυχές και καθαρίζονταν, αν είχαν κάνει μικρά αμαρτήματα. Στα Ηλύσια Πεδία, που ήταν χαρούμενος τόπος, έμεναν οι ψυχές των δικαίων. Και στον Τάρταρο έμεναν και βασανίζονταν οι αμαρτωλοί.
Γενικά η ζωή στον Άδη δεν είναι ευχάριστη. Αυτή η πίστη επικρατεί στο λαό μας απ'τα αρχαία χρόνια ίσαμε σήμερα. Ο Αχιλλέας, που ήταν βασιλιάς στους νεκρούς, είπε στον Οδυσσέα όταν αυτός κατέβηκε στον Άδη:
<< Λαμπρότατε, Οδυσσέα, μη θέλεις για το θάνατο να με παρηγορήσεις χωρικός να'μουν ήθελα και να ξαναδουλέυω σ'άντρα φτωχό που χτηματα μεγάλα να μην έχει παρά σε όλους τους νεκρούς  εγώ να βασιλεύω >>.